μερίδος

μερίδος
μερίς
part
fem gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • МЕГАРИДА —    • Megăris,          η̉ Μεγαρίς, (Hdt. 9, 14), небольшая область на Коринфском перешейке, величиною в 4 (по другим в 8) кв. миль, граничила на севере с Беотией и Коринфским заливом, на северо востоке с Аттикою, на юге с Саронским заливом, на… …   Реальный словарь классических древностей

  • PHILIPPI — I. PHILIPPI adhuc vulgo, Filippo, colonia et urbs Macedoniae archiepiscopalis, condita, an in staverata a Philippo Rege in Thraciae confinio apud montis Pangaei readiccs. olim Crenides, teste Diodor. Siculô apud oram maris Aegaei, olim clara,… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • ευμοιρώ — (ΑΜ εὐμοιρῶ, έω) [εύμοιρος] έχω καλή τύχη, ευτυχώ, ευδαιμονώ νεοελλ. έχω την καλή τύχη να έχω στην κατοχή μου, να κατέχω μσν. αρχ. έχω αφθονία κάποιου πράγματος, είμαι πλούσιος σε κάτι («τῆς κρείττονος παρά σοι εὐμοιρησάτω καὶ μερίδος καὶ… …   Dictionary of Greek

  • μερίδα — I (Merida). Πόλη (703.324 κάτ. το 2001) του ΝΑ Μεξικού στη χερσόνησο Γιουκατάν, πρωτεύουσα της πολιτείας Γιουκατάν (39.340 τ. χλμ., 1.658.210 κάτ. το 2000). Η πόλη αποτελεί το κέντρο μιας από τις μεγαλύτερες περιοχές καλλιέργειας αγαύης στον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”